Παραμονεύω στα λιθουανικά

Μετάφραση: παραμονεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tykoti, Przyczaić, paslēptuve, Būti paslēptuve
Παραμονεύω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραμονεύω

παραμονεύω συνώνυμο, παραμονεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παραμονεύω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • παραμεθόριος στα λιθουανικά - siena, pasienio, sienos, pasienyje, netirtų sričių
  • παραμονή στα λιθουανικά - vakaras, vakarinis, išvakarės, Ieva, išvakarėse, eve, Ievos
  • παραμόρφωση στα λιθουανικά - deformacija, deformacijos, deformacijų, deformaciją, deformation
  • παραμύθι στα λιθουανικά - aukštas, apysaka, pasakojimas, ataskaita, istorija, apsakymas, kronika, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραμονεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tykoti, Przyczaić, paslēptuve, Būti paslēptuve