Παραμονεύω στα ολλανδικά

Μετάφραση: παραμονεύω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
loer, loeren, loer liggen, de loer liggen, op de loer liggen
Παραμονεύω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραμονεύω

παραμονεύω συνώνυμο, παραμονεύω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παραμονεύω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • παραμεθόριος στα ολλανδικά - grens, perk, grenzen, grensverleggend, franco grens
  • παραμονή στα ολλανδικά - vooravond, Eva, Eve, vooravond van, avond
  • παραμόρφωση στα ολλανδικά - vervorming, deformatie, vervormingen, vervormen, misvorming
  • παραμύθι στα ολλανδικά - etage, verdieping, verhaal, geschiedenis, verhaal van, verdiepingen, verhaal te
Τυχαίες λέξεις
Παραμονεύω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: loer, loeren, loer liggen, de loer liggen, op de loer liggen