Λέξη: φαντάζομαι
Σχετικές λέξεις: φαντάζομαι
φαντάζομαι ετυμολογία, φαντάζομαι συνώνυμα, φαντάζομαι πως ο σίσυφος ήταν ευτυχισμένος
Συνώνυμα: φαντάζομαι
λιμπίζομαι, αγαπώ, μου αρέσει, εικονίζω, συλλαμβάνω, καταλαμβάνω, εννοώ, διανοούμαι, κάνω ορατό, οραματίζομαι
Μεταφράσεις: φαντάζομαι
φαντάζομαι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
imagine, envisage, visualize, fancy, I imagine, I guess
φαντάζομαι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
imaginar, presumir, suponer, imaginarse, imagino, imagina, imagine
φαντάζομαι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
voraussetzen, vorstellen, sich vorstellen, vorzustellen, denken
φαντάζομαι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
imaginer, considérer, prévoir, envisager, supposer, examiner, songer, imaginez, présumer, délibérer, imaginons, imaginent, figurer, concevoir, imagine, l'imaginer, se imaginer
φαντάζομαι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
presupporre, immaginare, ipotizzare, a immaginare, immaginate, pensare, immaginare di
φαντάζομαι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
imaginar, supor, imaginação, imagine, imagino, imagina, imaginam
φαντάζομαι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bedenken, vermoeden, stellen, aannemen, veronderstellen, zich voorstellen, stel, voorstellen, denken
φαντάζομαι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мнить, думать, предвидеть, предусматривать, вообразить, предвосхитить, рассматривать, понимать, предвосхищать, полагать, догадываться, предполагать, воображать, представить себе, себе представить
φαντάζομαι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forutsette, forestille seg, tenk, forestille, tenke, forestille deg
φαντάζομαι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tro, anta, förmoda, föreställa sig, föreställa, tänka sig, föreställa mig, tänka mig
φαντάζομαι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
olettaa, kuvitella, edellyttää, kuvittele, ajatella, kuvittelemaan
φαντάζομαι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forestille, forestille sig, forestille mig, forestille dig
φαντάζομαι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
předpokládat, zkoumat, snít, uvažovat, představovat, představit si, představit, si představit, predstavit
φαντάζομαι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
myśleć, przewidywać, roić, wyobrazić, wyobrażać, rozpatrywać, uświadomić, uświadamiać, uroić, przypuszczać, wyobrażać sobie, sobie wyobrazić, wyobrazić sobie
φαντάζομαι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
képzelni, elképzelni, elképzelhető
φαντάζομαι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
düşünmek, hayal, düşünün, tahmin, düşünemiyorum
φαντάζομαι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
припускати, розуміти, гадати, розглядати, роздивлятись, передбачити, уявити
φαντάζομαι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
imagjinoj, imagjinoni, imagjinohet, imagjinojmë, të imagjinohet
φαντάζομαι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предполагам, си представим, си представите, си представя, си представете
φαντάζομαι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўявіць, уявіць, падумаць, сабе ўявіць
φαντάζομαι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
arvama, kujutlema, kujutada, kujutan ette, kujutage ette, ette kujutada
φαντάζομαι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zamišljati, namjeravati, predočiti, zamisliti, zamislite, zamisliti da, ni zamisliti, zamisli
φαντάζομαι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ímynda, ímynda sér, ímyndað, ímyndað þér, ímyndað sér
φαντάζομαι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įsivaizduoti, įsivaizduokite, manyti
φαντάζομαι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iedomāties, iztēloties, iedomājieties
φαντάζομαι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
замисли, замислете, се замисли, замислам, замислите
φαντάζομαι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
imagina, imaginez, imaginăm, imagineze, imaginați
φαντάζομαι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
snít, predstavljate, zamisliti, predstavljaš
φαντάζομαι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
predstaviť