Παρεκκλίνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: παρεκκλίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pralanka, atitraukti, atsarginis kelias, Apbraucamais kelias, Atidedamos nagrinėjimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρεκκλίνω
παρεκκλίνω αόριστος, παρεκκλίνω ετυμολογια, παρεκκλίνω μετάφραση, παρεκκλίνω στα αγγλικα, παρεκκλίνω σημασια, παρεκκλίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παρεκκλίνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παρείσακτος στα λιθουανικά - įsibrovėlis, įsilaužimo, įsibrovimo, intruder, uzurpatorius
- παρεκκλήσι στα λιθουανικά - koplyčia, Chapel, koplyčios, koplyčią, koplytėlė
- παρεκτρέπω στα λιθουανικά - blogai elgtis, elgiasi blogai, neveikti tinkamai
- παρεκτροπή στα λιθουανικά - pramoga, nukrypimas, nuokrypis, nuokrypį, nukrypimo
Τυχαίες λέξεις
Παρεκκλίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pralanka, atitraukti, atsarginis kelias, Apbraucamais kelias, Atidedamos nagrinėjimas
Μεταφράσεις: pralanka, atitraukti, atsarginis kelias, Apbraucamais kelias, Atidedamos nagrinėjimas