Προέρχομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: προέρχομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kilti, iš, kilę iš, yra iš, būti iš, ateina iš
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προέρχομαι
προέρχομαι αγγλικά, προέρχομαι αρχαια, προέρχομαι συνώνυμα, προέρχομαι english, προέρχομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, προέρχομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- προέκταση στα λιθουανικά - pratęsimas, išplėtimas, pratęsimo, pratęsti, plėtinys
- προέλευση στα λιθουανικά - kilmė, pradžia, šaltinis, ištaka, kilmės, kilmę, kilm
- προαίρεση στα λιθουανικά - valia, pasirinkimas, galimybė, variantas, parinktis, alternatyva
- προαγωγή στα λιθουανικά - skatinimas, skatinimo, skatinimą, propagavimas, skatinimu
Τυχαίες λέξεις
Προέρχομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kilti, iš, kilę iš, yra iš, būti iš, ateina iš
Μεταφράσεις: kilti, iš, kilę iš, yra iš, būti iš, ateina iš