Προσποιούμαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: προσποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apsimesti, pasiduos, Wymyślać, Simuliuoti, dėtis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσποιούμαι
προσποιούμαι στα αγγλικά, προσποιούμαι συνώνυμο, προσποιούμαι αοριστος, προσποιούμαι παρατατικος, προσποιούμαι συνώνυμα, προσποιούμαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, προσποιούμαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- προσπερνώ στα λιθουανικά - pasivyti, aplenkti, pasivys, perimti, pralenks
- προσποίηση στα λιθουανικά - apsimetimas, apsimetinėjimas, pretenzija, apsimetinėti, pretekstas
- προστάζω στα λιθουανικά - įsakymas, komanda, valdyti, vadovauti, komandą, komandų, komandinės, ...
- προστάτης στα λιθουανικά - gynėjas, apsauga, saugotojas, Raštas, saugiklis
Τυχαίες λέξεις
Προσποιούμαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: apsimesti, pasiduos, Wymyślać, Simuliuoti, dėtis
Μεταφράσεις: apsimesti, pasiduos, Wymyślać, Simuliuoti, dėtis