Προσποιούμαι στα πολωνικά
Μετάφραση: προσποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
symulować, udawać, twierdzić, przyznawać, pretendować, pozorować, wymyślać, udać, udawaj
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσποιούμαι
προσποιούμαι στα αγγλικά, προσποιούμαι συνώνυμο, προσποιούμαι αοριστος, προσποιούμαι παρατατικος, προσποιούμαι συνώνυμα, προσποιούμαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, προσποιούμαι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- προσπερνώ στα πολωνικά - prześcigać, wyprzedzić, wyprzedzać, doganiać, przejąć, wyprzedzania, dogoni
- προσποίηση στα πολωνικά - zwód, udawanie, pozór, pretensja, hipokryzja, pretekst
- προστάζω στα πολωνικά - hetmanić, komenderować, dowództwo, znajomość, dywizjon, dowodzić, panować, ...
- προστάτης στα πολωνικά - opiekun, obrońca, patron, ochronnik, gość, mecenas, protektor, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσποιούμαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: symulować, udawać, twierdzić, przyznawać, pretendować, pozorować, wymyślać, udać, udawaj
Μεταφράσεις: symulować, udawać, twierdzić, przyznawać, pretendować, pozorować, wymyślać, udać, udawaj