Στοά στα λιθουανικά
Μετάφραση: στοά, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
galerija, Pristatymas Galerija, nuotraukos, albumas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοά
στοά σπυρομήλιου, στοά καϊρη, στοά φέξη 34 αθήνα 10677, στοά του βιβλίου, στοά αρσακείου, στοά λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στοά στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στιλπνός στα λιθουανικά - blizgantis, blizgus, žvilganti, Lakuotais, Lśniący
- στιφάδο στα λιθουανικά - troškinys, troškinti, skiaurė, plūktis, troškinta mėsa
- στοίβα στα λιθουανικά - šūsnis, rietuvė, krūva, polių, krūvelė, šereliai, kalnas
- στοίχημα στα λιθουανικά - lažybos, statymas, statymą, lažybų, Lažinkis
Τυχαίες λέξεις
Στοά στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: galerija, Pristatymas Galerija, nuotraukos, albumas
Μεταφράσεις: galerija, Pristatymas Galerija, nuotraukos, albumas