Σωριάζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: σωριάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pluoštas, ryšulys, pėdas, siuntinys, paketas, balastas, Mediena, medienos, Lumber, sienojų
Σωριάζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωριάζω

σωριάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σωριάζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σωρευτικός στα λιθουανικά - kumuliacinis, kaupiamasis, sukauptas, kumuliacinės, suvestinis
  • σωριάζομαι στα λιθουανικά - žlugimas, kolapsas, sutraukti, žlugimo, griūties
  • σωρός στα λιθουανικά - rietuvė, šūsnis, krūva, polių, krūvelė, šereliai, kalnas
  • σωσίας στα λιθουανικά - dvigubas, dvigubai, dukart, dvigubo, du kartus
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pluoštas, ryšulys, pėdas, siuntinys, paketas, balastas, Mediena, medienos, Lumber, sienojų