Σωριάζω στα ρουμανικά
Μετάφραση: σωριάζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
balot, pachet, cherestea, cherestea de, lemn, de cherestea, Materiale de lemn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωριάζω
σωριάζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σωριάζω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- σωρευτικός στα ρουμανικά - cumulat, cumulativ, cumulativă, cumulative, cumulată
- σωριάζομαι στα ρουμανικά - colaps, colapsul, prăbușirea, colapsului, colapsare
- σωρός στα ρουμανικά - pilon, morman, teanc, gramada, grămadă, bataj
- σωσίας στα ρουμανικά - dublu, dubla, dublă, Cameră cu două paturi, double
Τυχαίες λέξεις
Σωριάζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: balot, pachet, cherestea, cherestea de, lemn, de cherestea, Materiale de lemn
Μεταφράσεις: balot, pachet, cherestea, cherestea de, lemn, de cherestea, Materiale de lemn