Būgštavimas στα ελληνικά
Μετάφραση: būgštavimas, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόβος, ταραχή, σύλληψη, ενδιασμός, τις αμφιβολίες, προαίσθηση κακού
Μεταφράσεις
- būdvardis στα ελληνικά - επίθετο, επιθέτου, προσδιορισμός, επίθετο που
- būgnas στα ελληνικά - τύμπανο, τυμπάνου, το τύμπανο, του τυμπάνου, τύμπανου
- būklė στα ελληνικά - θέση, πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
- būrelis στα ελληνικά - κύκλος, νεοσσιά, σμήνο, σμήνου, Covey, Το σμήνος
Τυχαίες λέξεις
Būgštavimas στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόβος, ταραχή, σύλληψη, ενδιασμός, τις αμφιβολίες, προαίσθηση κακού
Μεταφράσεις: φόβος, ταραχή, σύλληψη, ενδιασμός, τις αμφιβολίες, προαίσθηση κακού