Τεντώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: τεντώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
veislė, arija, melodija, ruožas, stretch, tempimas, ištempti
Τεντώνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τεντώνω

τεντώνω συνώνυμα, τεντώνω στα αγγλικα, τεντώνω συνώνυμο, τεντώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τεντώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • τεντωμένος στα λιθουανικά - išsitiesęs, ištiestas, ištiesta, outstretched, ištiestą
  • τεντώνομαι στα λιθουανικά - ruožas, stretch, tempimas, ištempti
  • τενόρος στα λιθουανικά - tenoras, Tenor, turinys, bendroji mintis, pradinis terminas
  • τεράστιος στα λιθουανικά - didžiulis, didžiulė, didelis, didelė, milžiniškas
Τυχαίες λέξεις
Τεντώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: veislė, arija, melodija, ruožas, stretch, tempimas, ištempti