Τεντώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τεντώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се протега, се водат, истегнување, водат, делот
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεντώνω
τεντώνω συνώνυμα, τεντώνω στα αγγλικα, τεντώνω συνώνυμο, τεντώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τεντώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τεντωμένος στα σλαβομακεδονικά - испружена, подадена, испружени, протегната, подадените
- τεντώνομαι στα σλαβομακεδονικά - се протега, се водат, истегнување, водат, делот
- τενόρος στα σλαβομακεδονικά - тенорот, тенор, Рок, диспозитивот, отплата
- τεράστιος στα σλαβομακεδονικά - огромни, голем, огромен, огромна, големи
Τυχαίες λέξεις
Τεντώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: се протега, се водат, истегнување, водат, делот
Μεταφράσεις: се протега, се водат, истегнување, водат, делот