Υλοποιώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: υλοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
materializuotis, realizuoti, materializuoti, pasitvirtintų, Zmaterializować
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υλοποιώ
υλοποιώ στα αγγλικα, υλοποιώ αγγλικά, υλοποιώ ορισμός, υλοποιώ συνώνυμο, υλοποιώ αντωνυμο, υλοποιώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υλοποιώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- υλιστικός στα λιθουανικά - materialistinis, materialistinė, materialistai, materialistinės, materializmo
- υλοποιούμαι στα λιθουανικά - ylopoioumai
- υνί στα λιθουανικά - noragas, Noraginė, Lemesis, Peilis valytuvo, žagrė
- υπάγω στα λιθουανικά - kategorija, klasė, eiti, pereiti, eikite, go, nukeliauti
Τυχαίες λέξεις
Υλοποιώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: materializuotis, realizuoti, materializuoti, pasitvirtintų, Zmaterializować
Μεταφράσεις: materializuotis, realizuoti, materializuoti, pasitvirtintų, Zmaterializować