Χώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: χώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lazda, lazdelė, prisikimšti, kimšti, kalikas, paviršutiniškai pasirengti, bakoti
Χώνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χώνω

χώνω συνώνυμα, τα χώνω, χώνω τη μύτη μου, χώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, χώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • χώνεψη στα λιθουανικά - virškinimas, virškinimą, virškinimo, skaidymas, pūdymo
  • χώνομαι στα λιθουανικά - susiriesti, prisiglausti, apsimuturiuoti, priglausti, Hołubić
  • χώρα στα λιθουανικά - valstybė, kraštas, šalis, šalies, Country, šalį, šalyje
  • χώρος στα λιθουανικά - kosmosas, erdvė, kambarys, plotas, vietos, erdvės, vieta
Τυχαίες λέξεις
Χώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lazda, lazdelė, prisikimšti, kimšti, kalikas, paviršutiniškai pasirengti, bakoti