Άγαλμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: άγαλμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beeldhouwwerk, beeldhouwen, uithouwen, beeld, uithakken, standbeeld, standbeeld van, Het standbeeld, Het standbeeld van
Άγαλμα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άγαλμα

άγαλμα της ελευθερίας, άγαλμα της νίκης της σαμοθράκης, άγαλμα του χριστού λυτρωτή στο λόφο κορκοβάντο, άγαλμα αθηνάς, άγαλμα αθηνάς προμάχου, άγαλμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άγαλμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άβολος στα ολλανδικά - slim, lastig, moeilijk, ongemakkelijk, oncomfortabel, ongemakkelijke, oncomfortabele, ...
  • άβυσσος στα ολλανδικά - golf, kolk, afgrond, bocht, golfspel, inham, boezem, ...
  • άγγελμα στα ολλανδικά - mare, boodschap, bericht, melding, Het bericht
  • άγγελος στα ολλανδικά - engel, Angel, engelen, de Engel van, van de Engel
Τυχαίες λέξεις
Άγαλμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beeldhouwwerk, beeldhouwen, uithouwen, beeld, uithakken, standbeeld, standbeeld van, Het standbeeld, Het standbeeld van