Άγαλμα στα πολωνικά

Μετάφραση: άγαλμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rzeźbiarstwo, wykuwać, statua, relief, posąg, statuetka, rzeźbić, rzeźba, pomnik, statue
Άγαλμα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άγαλμα

άγαλμα της ελευθερίας, άγαλμα της νίκης της σαμοθράκης, άγαλμα του χριστού λυτρωτή στο λόφο κορκοβάντο, άγαλμα αθηνάς, άγαλμα αθηνάς προμάχου, άγαλμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, άγαλμα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • άβολος στα πολωνικά - niedogodny, nieprzytulny, nieporęczny, niewygodny, niepocieszony, nieodpowiedni, kłopotliwy, ...
  • άβυσσος στα πολωνικά - rozpadlina, głębia, próżnia, zatoka, czeluść, topiel, ujadanie, ...
  • άγγελμα στα πολωνικά - pismo, przesyłka, posłanie, poselstwo, orędzie, przekaz, przesłanie, ...
  • άγγελος στα πολωνικά - anioł, angel, anioła, aniołem, anio
Τυχαίες λέξεις
Άγαλμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rzeźbiarstwo, wykuwać, statua, relief, posąg, statuetka, rzeźbić, rzeźba, pomnik, statue