Άπειρος στα ολλανδικά

Μετάφραση: άπειρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontelbaar, talloos, oneindig, onervaren, de onervaren
Άπειρος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άπειρος

άπειρος γαία, άπειρος ζυγός, άπειρος συνώνυμα, άπειρος χώρα, άπειρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, άπειρος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άπαχος στα ολλανδικά - stutten, steunen, mager, schragen, sprietig, schraal, leunen, ...
  • άπειρο στα ολλανδικά - oneindigheid, oneindig, infinity, oneindige, overloopzwembad
  • άπληστος στα ολλανδικά - gierig, begerig, inhalig, happig, gretig, pinnig, belust, ...
  • άπορος στα ολλανδικά - armlastige, stumper, armlastig, pauper, arme
Τυχαίες λέξεις
Άπειρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ontelbaar, talloos, oneindig, onervaren, de onervaren