Άπειρος στα ουκρανικά
Μετάφραση: άπειρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
інфільтрація, проникнення, недосвідчений, недосвідчена
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άπειρος
άπειρος γαία, άπειρος ζυγός, άπειρος συνώνυμα, άπειρος χώρα, άπειρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, άπειρος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- άπαχος στα ουκρανικά - протікає, худий, найгіршому, худою, поганий, крайній
- άπειρο στα ουκρανικά - кількість, безконечність, безкраїсть, нескінченність, безкінечність, безмежність, нескінченності
- άπληστος στα ουκρανικά - жадний, чаклунство, зажерливий, сварити, ненажерливий, викрикувати, вигукувати, ...
- άπορος στα ουκρανικά - жебрак, убогий, бідний, нищий, злиденний
Τυχαίες λέξεις
Άπειρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: інфільтрація, проникнення, недосвідчений, недосвідчена
Μεταφράσεις: інфільтрація, проникнення, недосвідчений, недосвідчена