Έγγραφο στα ολλανδικά

Μετάφραση: έγγραφο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
document, stuk, schriftuur, bedrijf, akte, papier, bescheid, documenten, document te
Έγγραφο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγγραφο

έγγραφο βέβαιης χρονολογίας, έγγραφο της δ/νσης τεχνικής υποστήριξης οχημάτων, έγγραφο προδιαγραφών απαιτήσεων από το λογισμικό, έγγραφο ένστασης, έγγραφο μη τιμολογηθέντων αποθεμάτων, έγγραφο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έγγραφο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • άψυχος στα ολλανδικά - levenloos, levenloze, lifeless, futloos, dode
  • έβδομος στα ολλανδικά - zevende, de zevende, zevenden
  • έγκαιρα στα ολλανδικά - tijdig, tijdige, tijd, regelmatige, op tijd
  • έγκατα στα ολλανδικά - diepten, dieptes, diepte, een diepte, diepte van
Τυχαίες λέξεις
Έγγραφο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: document, stuk, schriftuur, bedrijf, akte, papier, bescheid, documenten, document te