Stuk στα ελληνικά

Μετάφραση: stuk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έγγραφο, πιστοποιητικό, μερίδα, μερίδιο, πράγμα, καλλονή, άρθρο, ρήτρα, εξάρτημα, ομορφιά, κομμάτι, συστατικός, χωρίζω, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού
Stuk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stuiven στα ελληνικά - ξεπετάγομαι, αναβλύζω, εκχύνομαι, έκχυση, Gush, αναβλύζουν, δείτε τους Gush ζωντανά
  • stuiver στα ελληνικά - σεντ, δεκάρα, πένα, πενών, λεπτό
  • stukbreken στα ελληνικά - διάλλειμα, σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, χωρίσει, διαλύσουν, διαλύσει, ...
  • stukje στα ελληνικά - κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού
Τυχαίες λέξεις
Stuk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έγγραφο, πιστοποιητικό, μερίδα, μερίδιο, πράγμα, καλλονή, άρθρο, ρήτρα, εξάρτημα, ομορφιά, κομμάτι, συστατικός, χωρίζω, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού