Akte στα ελληνικά

Μετάφραση: akte, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίπλωμα, έγγραφο, αξιοποιώ, εφημερίδα, χαρτί, κατάθεση, προσπάθεια, πιστοποιητικό, χαρτένιος, εγγράφου, εγγράφων, το έγγραφο, έγγραφο που
Akte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akoestiek στα ελληνικά - ακουστική, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
  • akoestisch στα ελληνικά - ηχητικός, ακουστικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
  • akten στα ελληνικά - πράξη, Όργανα, Μέσα, Παραπομπές, Παραπομπές σε, Instruments
  • al στα ελληνικά - ήδη, μολονότι, όλος, κάθε, όλοι, όλες, όλα, ...
Τυχαίες λέξεις
Akte στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίπλωμα, έγγραφο, αξιοποιώ, εφημερίδα, χαρτί, κατάθεση, προσπάθεια, πιστοποιητικό, χαρτένιος, εγγράφου, εγγράφων, το έγγραφο, έγγραφο που