Έρημος στα ολλανδικά
Μετάφραση: έρημος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
woestijn, de woestijn, desert, woestijn van, onbewoond
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έρημος
έρημος νεγκέβ, έρημος σαχάρα, έρημος ατακάμα, έρημος γκόμπι, έρημος λουτ, έρημος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έρημος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- έργο στα ολλανδικά - rolprent, spel, spelen, bespelen, uitvoeren, film, voorspelen, ...
- έρευνα στα ολλανδικά - speurtocht, studie, research, nagaan, examen, exploreren, keuring, ...
- έρμα στα ολλανδικά - ballast, voorschakelapparaat, ballastwater, ballasttanks, VSA
- έρπω στα ολλανδικά - kruipen, sluipen, sneak, stiekemerd, voorproefje, avant
Τυχαίες λέξεις
Έρημος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: woestijn, de woestijn, desert, woestijn van, onbewoond
Μεταφράσεις: woestijn, de woestijn, desert, woestijn van, onbewoond