Αγνός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αγνός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eerbaar, ingetogen, kuis, rein, zedig, zuiver, puur, zuivere, pure
Αγνός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγνός

αγνός - διάφανα κρίνα, αγνός συνωνυμα, αγνός αντίθετα, αγνός συνωνυμο, αγνός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αγνός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγνοώ στα ολλανδικά - passeren, negeren, unknow, onbekende, ongekend zijn, ongeweten
  • αγνοών στα ολλανδικά - ongeletterd, onkundig, onontwikkeld, onbewust, onwetende, onbewuste, onwetend, ...
  • αγνότητα στα ολλανδικά - kuisheid, de kuisheid, zuiverheid, chastity, kuisheid te
  • αγορά στα ολλανδικά - dirigeren, overwegen, marktplein, gekochte, inkoop, afzetgebied, afnemen, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγνός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eerbaar, ingetogen, kuis, rein, zedig, zuiver, puur, zuivere, pure