Ingetogen στα ελληνικά
Μετάφραση: ingetogen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απέριττος, μετριόφρων, αγνός, σεμνός, υποτονικές, υποτονική, υποτονικός, συγκρατημένη, υποτονικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ingeboren στα ελληνικά - ιθαγενής, ντόπιος, έμφυτος, έμφυτη, έμφυτο, έμφυτης, εγγενείς
- ingespannen στα ελληνικά - τεντωμένος, προσεκτικώς, προσήλωση, με προσήλωση, εντατικά, επίμονα
- ingeval στα ελληνικά - εάν, αν, εφόσον, περίπτωση
- ingevallen στα ελληνικά - βαθουλωμένος, κοίλος, τρύπα, κούφιος, υπόκωφος, βυθισμένος, βυθισμένη, ...
Τυχαίες λέξεις
Ingetogen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απέριττος, μετριόφρων, αγνός, σεμνός, υποτονικές, υποτονική, υποτονικός, συγκρατημένη, υποτονικής
Μεταφράσεις: απέριττος, μετριόφρων, αγνός, σεμνός, υποτονικές, υποτονική, υποτονικός, συγκρατημένη, υποτονικής