Αισθητικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αισθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schoonheidsspecialiste, aesthetician, estheticiancosmetologist, esthetician, estheticus
Αισθητικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αισθητικός

αισθητικός χαλάνδρι, αισθητικός ποδολογίας & καλλωπισμού νυχιών, αισθητικός πάτρα, αισθητικός γλυφάδα, αισθητικός θεσσαλονίκη κέντρο, αισθητικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αισθητικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αισθητήρας στα ολλανδικά - sensor, de sensor, sensoren, voeler
  • αισθητήριος στα ολλανδικά - zintuiglijk, zintuiglijke, sensorische, sensorisch, sensoriële
  • αισθητός στα ολλανδικά - merkbaar, waarneembaar, waarneembare, voelbaar, merkbare
  • αισιοδοξία στα ολλανδικά - optimisme, optimistisch, het optimisme, optimistische, optimisme van
Τυχαίες λέξεις
Αισθητικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schoonheidsspecialiste, aesthetician, estheticiancosmetologist, esthetician, estheticus