Ακροβάτης στα ολλανδικά

Μετάφραση: ακροβάτης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
acrobaat, kunstenmaker, Acrobat, van Acrobat, acrobate
Ακροβάτης στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακροβάτης

ακροβάτης στίχοι, ακροβάτης χαίνηδες, ακροβάτης blogspot, ακροβάτης πασχαλίδης, ακροβάτης του ονείρου, ακροβάτης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ακροβάτης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ακροατήριο στα ολλανδικά - toehoorders, auditorium, publiek, audiëntie, gehoor, hoorders, audience
  • ακροατής στα ολλανδικά - toehoorder, luisteraar, listener, luisteren, de luisteraar
  • ακροβατικός στα ολλανδικά - acrobatisch, acrobatische, acrobatic, acrobatiek, de acrobatische
  • ακρωτήριο στα ολλανδικά - kaaps, kaap, Cape, de kaap, in Cape, van Cape
Τυχαίες λέξεις
Ακροβάτης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: acrobaat, kunstenmaker, Acrobat, van Acrobat, acrobate