Αμοιβάδα στα ολλανδικά
Μετάφραση: αμοιβάδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
amoebe, Amoeba, amoeben, de Amoebe
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμοιβάδα
αμοιβάδα αναπαραγωγή, αμοιβάδα naegleria fowleri, ιστολυτική αμοιβάδα, αμοιβάδα wiki, αμοιβάδα english, αμοιβάδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αμοιβάδα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αμνησία στα ολλανδικά - geheugenverlies, amnesie, amnesia
- αμνηστία στα ολλανδικά - amnestie, begenadiging, Amnesty, van Amnesty, amnestiewet, amnestieregeling
- αμοιβή στα ολλανδικά - belang, pré, lonen, belonen, baat, voordeel, terugdoen, ...
- αμοιβαίος στα ολλανδικά - alledaags, gemeenschappelijk, wederkerig, algemeen, onderling, wederzijds, wederzijdse, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμοιβάδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: amoebe, Amoeba, amoeben, de Amoebe
Μεταφράσεις: amoebe, Amoeba, amoeben, de Amoebe