Ανώδυνος στα ολλανδικά
Μετάφραση: ανώδυνος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pijnloos, pijnloze
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανώδυνος
ανώδυνος τοκετός λάρισα, ανώδυνος θάνατος, ανώδυνος τοκετός θεσσαλονίκη, ανώδυνοσ τρόποσ αυτοκτονίασ, ανώδυνοσ τοκετόσ έλενα, ανώδυνος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ανώδυνος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ανύπαντρος στα ολλανδικά - één, enkel, enig, een, ongetrouwd, ongehuwd, alleen, ...
- ανύψωση στα ολλανδικά - opvoeding, topje, toppunt, kroon, kruin, piek, vergroting, ...
- ανώμαλα στα ολλανδικά - abnormaal, abnormale, een abnormaal, ongewoon
- ανώμαλο στα ολλανδικά - onregelmatig, ruw, ruig, ruwe, Rough, ruige
Τυχαίες λέξεις
Ανώδυνος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: pijnloos, pijnloze
Μεταφράσεις: pijnloos, pijnloze