Αποσβολώνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποσβολώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verdoving, bedwelming, bedwelmen, roes, daze
Αποσβολώνω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποσβολώνω

αποσβολώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποσβολώνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • απορρόφηση στα ολλανδικά - eerzucht, ambitie, absorptie, assimilatie, opslorping, streven, opname, ...
  • αποσαφηνίζω στα ολλανδικά - beduiden, uitleggen, verduidelijken, verhelderen, te verduidelijken, verduidelijking, duidelijk
  • αποσκίρτηση στα ολλανδικά - secessie, afvalligheid, overlopen, desertie, ontrouw, defection
  • αποσκευές στα ολλανδικά - bagage, Bagageopslag, de bagage, bagageruimte
Τυχαίες λέξεις
Αποσβολώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verdoving, bedwelming, bedwelmen, roes, daze