Ασυνεπής στα ολλανδικά

Μετάφραση: ασυνεπής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
inconsequent, tegenstrijdig, inconsistent, inconsistente, onverenigbaar
Ασυνεπής στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασυνεπής

ασυνεπής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ασυνεπής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ασυναίσθητα στα ολλανδικά - onbewust, onbewuste, bewusteloos
  • ασυναρτησίες στα ολλανδικά - brabbeltaal, koeterwaals, wartaal, onzin, gebrabbel
  • ασυντρόφευτος στα ολλανδικά - verlaten, louter, enkel, bloot, kluizenaar, enig, eenzaam, ...
  • ασυνόδευτος στα ολλανδικά - zonder begeleiding, onvergezeld, begeleide
Τυχαίες λέξεις
Ασυνεπής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: inconsequent, tegenstrijdig, inconsistent, inconsistente, onverenigbaar