Αυτοκρατορικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αυτοκρατορικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
keizerlijk, imperiaal, keizerlijke, imperiale, imperial
Αυτοκρατορικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτοκρατορικός

αυτοκρατορικός σταυρός, αυτοκρατορικός λώρος, αυτοκρατορικός αετός, αυτοκρατορικός πιγκουίνος, αυτοκρατορικός σκορπιός, αυτοκρατορικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αυτοκρατορικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυτοκράτορας στα ολλανδικά - keizer, Emperor, de keizer
  • αυτοκρατορία στα ολλανδικά - imperium, keizerrijk, rijk, Empire, het Imperium
  • αυτοκτονία στα ολλανδικά - zelfmoord, zelfdoding, suïcide, zelfmoord te, bij zelfdoding
  • αυτοκόλλητο στα ολλανδικά - spin, dolk, sluitzegel, wervelkolom, stekel, sticker, doorn, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυτοκρατορικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: keizerlijk, imperiaal, keizerlijke, imperiale, imperial