Αυτόν στα ολλανδικά

Μετάφραση: αυτόν, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hij, hem, hem te, zijn
Αυτόν στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτόν

αυτόν τον ουρανό πουλόπουλος, αυτόν καθαυτόν, αυτόν που πολέμησε ανεμόμυλουσ στην ισπανία, αυτόν τον κόσμο στιχοι, αυτόν τον κόσμο τον καλό, αυτόν λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αυτόν στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυτόγραφο στα ολλανδικά - autograaf, handtekening, autograph, handtekeningen, handtekening van
  • αυτόματο στα ολλανδικά - automatisch, werktuiglijk, zelfwerkend, automatische, Automatic, de automatische, automaat
  • αυτόνομος στα ολλανδικά - beheerser, autonoom, oppermachtig, zelfbesturend, potentaat, onafhankelijk, soeverein, ...
  • αυτός στα ολλανδικά - dit, dat, die, hij, dat hij, hem
Τυχαίες λέξεις
Αυτόν στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hij, hem, hem te, zijn