Αφελής στα ολλανδικά
Μετάφραση: αφελής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
naïef, argeloos, ongekunsteld, naïeve, naive, naief, naïef zijn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφελής
αφελής ορισμός, αφελής συνολοθεωρία, αφελής english, αφελής αγγλικά, αφελής συνώνυμα, αφελής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αφελής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αφανισμός στα ολλανδικά - verdwijning, vernietiging, annihilatie, de vernietiging, uitroeiing
- αφειδής στα ολλανδικά - overvloedig, kwistig, overvloedige, profuse, hevige
- αφεντικό στα ολλανδικά - opperhoofd, gebieder, baas, hoofd, aanvoerder, patroon, chef, ...
- αφηγητής στα ολλανδικά - verteller, narrator, verhaler, de verteller, vertelster
Τυχαίες λέξεις
Αφελής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: naïef, argeloos, ongekunsteld, naïeve, naive, naief, naïef zijn
Μεταφράσεις: naïef, argeloos, ongekunsteld, naïeve, naive, naief, naïef zijn