Βαγόνι στα ολλανδικά

Μετάφραση: βαγόνι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wagon, rijtuig, affuit, spoorwagen, vervoer, wagen, het vervoer
Βαγόνι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαγόνι

βαγόνι τρίτης θέσης, βαγόνι αγάπης, βαγόνι στο ρουφ, βαγόνι τρένου, βαγόνι δολοφόνων, βαγόνι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βαγόνι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βαβίζω στα ολλανδικά - Vavizos
  • βαγενάς στα ολλανδικά - Vayenas
  • βαδίζω στα ολλανδικά - lentemaand, marcheren, tippelen, maart, lopen, mars, opmars, ...
  • βαζάκι στα ολλανδικά - vat, pot, vaas, pul, kruik, potje, jar, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαγόνι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wagon, rijtuig, affuit, spoorwagen, vervoer, wagen, het vervoer