Βρέφος στα ολλανδικά

Μετάφραση: βρέφος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zuigeling, baby, kind, kleine kinderen, voor kleine kinderen
Βρέφος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βρέφος

βρέφος 6 μηνών, βρέφος ονειροκρίτης, βρέφος τριών μηνών, βρέφος 2 μηνών, βρέφος 10 μηνών, βρέφος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βρέφος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • βράσιμο στα ολλανδικά - koken, het koken, cooking, keuken, keukenblok
  • βράχος στα ολλανδικά - rots, gesteente, steen, Rock, rotsen
  • βρέχω στα ολλανδικά - regen, de regen, rain, regenval, regenen
  • βρήκα στα ολλανδικά - oprichten, funderen, vestigen, stichten, baseren, gronden, gevonden, ...
Τυχαίες λέξεις
Βρέφος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zuigeling, baby, kind, kleine kinderen, voor kleine kinderen