Βρόχος στα ολλανδικά
Μετάφραση: βρόχος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
breisteek, maas, strik, steek, lus, loop, lijn, aansluitnet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρόχος
βρόχος κλειδωμένης φάσης, βρόχος υστέρησης, βρόχος ανακατεύθυνσης, βρόχος σφάλματος, βρόχος ανατροφοδότησης, βρόχος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βρόχος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- βρόμικος στα ολλανδικά - vervelend, boosaardig, akelig, lelijk, fout, smerig, snood, ...
- βρόντος στα ολλανδικά - tik, klap, bons, slag, duw, mep, veeg, ...
- βρύο στα ολλανδικά - dopheide, mos, dophei, mosgroen, moss, mossen
- βρύση στα ολλανδικά - welput, fontein, aanboren, kwel, kraan, bron, tapkraan, ...
Τυχαίες λέξεις
Βρόχος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: breisteek, maas, strik, steek, lus, loop, lijn, aansluitnet
Μεταφράσεις: breisteek, maas, strik, steek, lus, loop, lijn, aansluitnet