Λέξη: ρυπαίνω
Σχετικές λέξεις: ρυπαίνω
ρυπαίνω αγγλικά, ρυπαίνω συνόνυμα, ρυπαίνω βικιλεξικο
Συνώνυμα: ρυπαίνω
λεκιάζω, λερώνω, ρυπαίνομαι, επιχρίω, φορτώνω, πασαλείφω, βεβηλώνω, παρελαύνω, μολύνω, μιαίνω, κηλιδώνω
Μεταφράσεις: ρυπαίνω
ρυπαίνω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
smirch, sully, besmirch, befoul, pollute, bedaub, defile
ρυπαίνω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ensuciar, manchar, enlodar, mancillar, besmirch
ρυπαίνω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beschmutzen, besudeln, zu beschmutzen, beflecken, besmirch
ρυπαίνω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tacher, salir, souiller, maculer, entacher, brouiller, calomnier, tache, barbouiller, troubler, ternir, de ternir
ρυπαίνω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
deturpare, insozzare, imbrattare, besmirch, infangare, infamare, infamare il
ρυπαίνω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
manchar, besmirch, denegrir, mancham, manchar a
ρυπαίνω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schande, smet, besmeuren, bezoedelen, besmirch, te bezoedelen, te besmeuren
ρυπαίνω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пачкать, пятнать, пятно, порочить, опорочить, запятнать, пачкайте
ρυπαίνω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
besmirch, skittkasting, skittkasting av
ρυπαίνω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fläck, besmirch, smutskasta, besudla, fläcka
ρυπαίνω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
häpäistä, tahria, tahra, pilata, tahrata
ρυπαίνω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klat, plet, besudle, besmirch, tilsmudse
ρυπαίνω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
špinit, umazat, zamazat, skvrna, pošpinit, poskvrnit, znečistit, potřísnit, zneuctít, kazit
ρυπαίνω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
plama, mącić, poplamić, brudzić, smarować, kalać, plamić, zaciemniać, oczerniać, zabrudzić, rzucać cień na kogoś lub coś
ρυπαίνω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bemocskol, mocskolni, rossz fényt vet
ρυπαίνω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pisletmek, besmirch, kirletebileceğiniz, leke sürmek, karalamak
ρυπαίνω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пляма, пляму, брудніть, паплюжити, ганьбити, порочити, порочить, збезчестить
ρυπαίνω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përlyej, ndyj, ndot
ρυπαίνω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
опетнявам, опетни, омърсявам
ρυπαίνω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ганьбіць, ганіць
ρυπαίνω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
määrima, rüvetama, besmirch
ρυπαίνω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
okaljati, umrljati, ocrniti, zamazati
ρυπαίνω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
besmirch
ρυπαίνω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dėmė, blukti, Nomelnot, Oczerniać, Poplamić, Notraipīt
ρυπαίνω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
traips, nomelnot, notraipīt
ρυπαίνω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
валкаат, оцрни, го валкаат, ја оцрни
ρυπαίνω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pată, calomnia, păteze, murdări, spurca, mânji
ρυπαίνω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
besmirch
ρυπαίνω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pošpiniť, znečistiť, poškvrniť, zakaliť
Τυχαίες λέξεις