Βρόχος στα ουκρανικά
Μετάφραση: βρόχος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
селюк, селючка, петля, зашморг, петливши
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρόχος
βρόχος κλειδωμένης φάσης, βρόχος υστέρησης, βρόχος ανακατεύθυνσης, βρόχος σφάλματος, βρόχος ανατροφοδότησης, βρόχος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βρόχος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βρόμικος στα ουκρανικά - неохайний, ганебний, забруднений, брудний, смаглий, червивий, вугіллям, ...
- βρόντος στα ουκρανικά - стук, стукнути, тузити, гашиш, ударити, раптом, дзвоніння, ...
- βρύο στα ουκρανικά - верес, москіти, мох, мохи, лишайник
- βρύση στα ουκρανικά - постукувати, використанню, ключ, отвір, резервуар, джерело, джерельце, ...
Τυχαίες λέξεις
Βρόχος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: селюк, селючка, петля, зашморг, петливши
Μεταφράσεις: селюк, селючка, петля, зашморг, петливши