Γεωγράφος στα ολλανδικά
Μετάφραση: γεωγράφος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aardrijkskundige, geograaf, geographer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεωγράφος
ηρόδοτος γεωγράφος, μελέτιος γεωγράφος, ερατοσθένης γεωγράφος, πτολεμαίος γεωγράφος, γεωγράφος βικιλεξικο, γεωγράφος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γεωγράφος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- γευστικός στα ολλανδικά - smakelijk, lekker, fijn, smakelijke, lekkere, heerlijke
- γεφυρώνω στα ολλανδικά - commandobrug, brug, bridge, brug van, de Brug, de Brug van
- γεωγραφία στα ολλανδικά - geografie, aardrijkskunde, Geography, geografische, de geografie
- γεωγραφικός στα ολλανδικά - aardrijkskundig, geografisch, geografische, de geografische, geographical, hun geografische
Τυχαίες λέξεις
Γεωγράφος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aardrijkskundige, geograaf, geographer
Μεταφράσεις: aardrijkskundige, geograaf, geographer