Λέξη: υπόγειος

Σχετικές λέξεις: υπόγειος

υπόγειος ουρανός, υπόγειος σιδηρόδρομος λονδίνου, υπόγειοσ πειραιάσ, υπόγειοσ κόσμοσ, υπόγειοσ σιδηρόδρομοσ, υπόγειος υδροφορέας, υπόγειος πόλεμος για το «τσιπάκι» των τσιγάρων, υπόγειος παρθενώνας, υπόγειος ήχος, υπόγειος θάλαμος με 130 αρχαία ελληνικά αγάλματα

Συνώνυμα: υπόγειος

μυστικός, υποχθόνιος

Μεταφράσεις: υπόγειος

υπόγειος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
subterranean, underground, an underground, basement, subway

υπόγειος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
metro, subterráneo, underground, bajo tierra, subterránea

υπόγειος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geheim, untergrund, unterirdisch, U-Bahn, Untergrund, unterirdische

υπόγειος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
clandestin, souterrain, métro, caché, subterfuge, secret, underground, souterraine, de métro

υπόγειος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
segreto, sotterraneo, metropolitana, sottosuolo, underground, della metropolitana, sotterranea

υπόγειος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suportar, sofrer, subterrâneo, subterrânea, metro, de metro, subsolo

υπόγειος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geheim, metro, ondergronds, Underground, ondergrondse, de ondergrondse

υπόγειος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тайно, подпольный, подземный, метро, подпольно, подполье, скрытый, подпочва, тайный, секретный, подземка, подземная, землей, под землей

υπόγειος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
undergrunnsbane, jordisk, jordiske, underground, underjordisk, underjordiske

υπόγειος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
underjordisk, hemlig, jordiska, jordisk, underground, underjordiska

υπόγειος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
alamaailma, maanalainen, underground, maanalaisen, maanalaisten, maanalaiseen

υπόγειος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
underjordiske, underjordisk, Underground, under jorden, metro

υπόγειος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ilegální, metro, podzemní, tajný, skrytý, podzemí, pod zemí, v podzemí, underground

υπόγειος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tajnie, podziemny, tajny, konspiracja, zaskórny, podziemie, metro, tajemniczy, pod ziemią, underground

υπόγειος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
földalatti, underground, föld alatti, metró, felszín alatti

υπόγειος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gizli, yeraltı, underground, metro, yer altı, altı

υπόγειος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скритий, потайний, підпільно, підземний, таємно, підземелля, схований, метро, підпільний

υπόγειος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nëntokë, nëntokësor, nëntokësore, nëndheshme, nën tokë

υπόγειος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подземен, подземни, подземно, под земята, подземния

υπόγειος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
метро, мэтро, мятро

υπόγειος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põrandaalune, metroo, maa-alune, maa all, underground

υπόγειος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
podzemni, podzemna, podzemnih, podzemne, podzemlja, podzeman, podzemnoga, podzemlje, pod zemljom, underground

υπόγειος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
neðanjarðar

υπόγειος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
požeminis, po žeme, požeminė, žeme, požeminės

υπόγειος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
metro, apakšzemes, pagrīdē, pagrīdes, pazemes

υπόγειος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
подземни, подземна, подземен, андерграунд, подземните

υπόγειος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
subteran, metrou, subterane, subterană, de metrou

υπόγειος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
podzemní, metro, underground, podzemni, podzemno, pod zemljo, podzemlje

υπόγειος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
metro, podzemní, podzemí, podzemia, zemou, podzemie, podložia
Τυχαίες λέξεις