Γεωργία στα ολλανδικά

Μετάφραση: γεωργία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
landbouwkunde, akkerbouw, agronomie, agricultuur, landbouw, de landbouw, landbouwmachines, landbouwsector, land-
Γεωργία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεωργία

γεωργία λαβένη, γεωργία αποστόλου, γεωργία ευσταθίου, γεωργία κρητικού, γεωργία μαρτίνου, γεωργία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γεωργία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γεωλογία στα ολλανδικά - geologie, aardkunde, de geologie, geology, geologische
  • γεωλόγος στα ολλανδικά - geoloog, geologist, de geoloog, geologen
  • γεωφυσική στα ολλανδικά - geofysica, de geofysica, geofysische
  • γεύμα στα ολλανδικά - bloem, eten, maaltijd, griesmeel, meel, een maaltijd, van een maaltijd
Τυχαίες λέξεις
Γεωργία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: landbouwkunde, akkerbouw, agronomie, agricultuur, landbouw, de landbouw, landbouwmachines, landbouwsector, land-