Γόητρο στα ολλανδικά

Μετάφραση: γόητρο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gezag, autoriteit, prestige, Luxe, aanzien, prestigieuze, het prestige
Γόητρο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γόητρο

κοινωνικό γόητρο, γόητρο αγγλικά, γόητρο ετυμολογία, γόητρο συνώνυμο, γόητρο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, γόητρο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γωνία στα ολλανδικά - nis, hoek, hoek van, angle, de hoek, invalshoek
  • γωνιακός στα ολλανδικά - kantig, hoekig, hoekige, hoek, hoek-, hoekstand
  • γόμα στα ολλανδικά - gummi, rubber, vlakgom, gom, elastiek, condoom, stuf, ...
  • γόμφος στα ολλανδικά - keg, gewricht, spie, naald, algemeen, geleding, wig, ...
Τυχαίες λέξεις
Γόητρο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gezag, autoriteit, prestige, Luxe, aanzien, prestigieuze, het prestige