Δάγκωμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: δάγκωμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
happen, knauwen, beet, beitsen, bijten, bijt, te bijten, hap
Δάγκωμα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δάγκωμα

δάγκωμα φιδιού ονειροκρίτης, δάγκωμα γάτας, δάγκωμα γάτας ονειροκρίτης, δάγκωμα ονειροκρίτης, δάγκωμα φιδιού, δάγκωμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δάγκωμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • γύρω στα ολλανδικά - zowat, plusminus, circa, om, rondom, ongeveer, omtrent, ...
  • γύψος στα ολλανδικά - pleister, kalken, gips, aanstrijken, gipsplaten, van gips, gips-, ...
  • δάκρυ στα ολλανδικά - scheur, vaneenscheuren, doorscheuren, scheuren, traan, rijten, verscheuren, ...
  • δάκτυλο στα ολλανδικά - vinger, de vinger, vingers, groef
Τυχαίες λέξεις
Δάγκωμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: happen, knauwen, beet, beitsen, bijten, bijt, te bijten, hap