Διαβάζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: διαβάζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lezen, aflezen, lees, gelezen, te lezen, lezen van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαβάζω
διαβάζω 1, διαβάζω 3, διαβάζω περιοδικό, διαβάζω βιβλία on line, διαβάζω πανεπιστημιακό φροντιστήριο, διαβάζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαβάζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- δια στα ολλανδικά - door, van, bij, op, per
- διαίρεση στα ολλανδικά - divisie, verdeling, legerafdeling, deling, afdeling, verdeeldheid
- διαβήτης στα ολλανδικά - suikerziekte, diabetes, van diabetes
- διαβατός στα ολλανδικά - doorwaadbaar, doorwaadbare, fordable, waadbaar
Τυχαίες λέξεις
Διαβάζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: lezen, aflezen, lees, gelezen, te lezen, lezen van
Μεταφράσεις: lezen, aflezen, lees, gelezen, te lezen, lezen van