Διαφάνεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: διαφάνεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doorzichtigheid, transparantie, de transparantie, transparant, transparantie te
Διαφάνεια στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαφάνεια

διαφάνεια τώρα, διαφάνεια συνώνυμα, διαφάνεια ορισμός, διαφάνεια στον αθλητισμό, διαφάνεια λεξικό, διαφάνεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διαφάνεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • διατυπώνω στα ολλανδικά - ontwerp, omtrek, verwoorden, formuleren, inkleden, zinsnede, betuigen, ...
  • διαυγής στα ολλανδικά - klaar, duidelijk, netto, zuiver, helder, licht, hel, ...
  • διαφήμιση στα ολλανδικά - aankondiging, advertentie, bericht, reclame, commercieel, adverteren, advertising, ...
  • διαφαίνομαι στα ολλανδικά - opdraven, opdagen, blootleggen, uitkomen, voorkomen, ontwikkelen, onthullen, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαφάνεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: doorzichtigheid, transparantie, de transparantie, transparant, transparantie te