Διπλοκατοικία στα ολλανδικά
Μετάφραση: διπλοκατοικία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tweezijdig, duplex, dubbelzijdig, duplexeenheid
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διπλοκατοικία
διπλοκατοικία ορισμός, διπλοκατοικία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, διπλοκατοικία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- διπλαρώνω στα ολλανδικά - overlappen, overlapping, overlap, overlappingen, elkaar overlappen
- διπλασιάζω στα ολλανδικά - duplicaat, tweeledig, duplex, dubbel, tweevoudig, verdubbelen, verdubbeld worden, ...
- διπλωμάτης στα ολλανδικά - diplomaat, Diplomat, diplomatieke
- διπλωματία στα ολλανδικά - diplomatie, diplomatieke, de diplomatie, diplomatiek, diplomacy
Τυχαίες λέξεις
Διπλοκατοικία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: tweezijdig, duplex, dubbelzijdig, duplexeenheid
Μεταφράσεις: tweezijdig, duplex, dubbelzijdig, duplexeenheid