Δρόσος στα ολλανδικά
Μετάφραση: δρόσος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dauw, dew, morgendauw, de dauw, dauw van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δρόσος
δρόσος γρηγόρης δικηγόρος, δρόσος ιωάννης, δρόσος τσελές, δρόσος κατσαντώνης, δρόσος κουτσούμπας, δρόσος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, δρόσος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- δροσιστικός στα ολλανδικά - verfrissend, verfrissende, frisse, refreshing, fris
- δρόμος στα ολλανδικά - route, baan, baanvlak, reisplan, tracé, straat, weg, ...
- δρύινος στα ολλανδικά - eiken, eik, eikehouten, oaken, eikenhouten, eikenhout
- δυαδικός στα ολλανδικά - binair, binaire, binary, de binaire, van binaire
Τυχαίες λέξεις
Δρόσος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dauw, dew, morgendauw, de dauw, dauw van
Μεταφράσεις: dauw, dew, morgendauw, de dauw, dauw van