Ενημέρωση στα ολλανδικά

Μετάφραση: ενημέρωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijwerken, updating, actualisering, bijwerking, updaten
Ενημέρωση στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενημέρωση

ενημέρωση συνώνυμα, ενημέρωση 24, ενημέρωση πελοποννήσου, ενημέρωση εκκαθάρισης, ενημέρωση υπηρεσιών δόμησης, ενημέρωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ενημέρωση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ενεργοποιώ στα ολλανδικά - aanzetten, activeren, energie, energieke, energize, energie op, spanningsloos
  • ενεργός στα ολλανδικά - actief, levendig, werkzaam, werkend, bedrijvig, werkdadig, actieve, ...
  • ενθάρρυνση στα ολλανδικά - aanmoediging, bemoediging, bevordering, stimulering, stimuleren
  • ενθαρρύνω στα ολλανδικά - bevorderen, aanvuren, aanwakkeren, aansporen, aanmoedigen, bemoedigen, aanzetten, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενημέρωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bijwerken, updating, actualisering, bijwerking, updaten