Επανόρθωση στα ολλανδικά

Μετάφραση: επανόρθωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
reparatie, verhaal, herstel, vergoeding, rechtsmiddelen, schadeloosstelling
Επανόρθωση στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επανόρθωση

επανόρθωση μέιτζι, επανόρθωση μαλλιών, μαλλιά επανόρθωση, επανόρθωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, επανόρθωση στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • επανεμφάνιση στα ολλανδικά - herhaling, wederverschijning, terugkeer, opnieuw verschijnen, herverschijning, weer opduiken
  • επανορθώνω στα ολλανδικά - weg, remedie, middel, medium, helen, rectificeren, herstellen, ...
  • επαρκής στα ολλανδικά - adequaat, voldoende, genoeg, toereikend, volstaat, voldoende is
  • επαρκώ στα ολλανδικά - toereiken, volstaan, voldoen, voldoende, volstaat, voldoende zijn, volstaan met
Τυχαίες λέξεις
Επανόρθωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: reparatie, verhaal, herstel, vergoeding, rechtsmiddelen, schadeloosstelling